Για πρώτη φορά ένα τεστ δυσανεξίας τροφών γίνεται αντικείμενο επισταμένης επιστημονικής έρευνας
Ένα άρθρο «Αντισώματα IgG στα τρόφιμα: παίζουν ρόλο στη δημιουργία του συνδρόμου;» δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό GUT, δίνοντας νέες ελπίδες σε όσους υποφέρουν από το ΣΕΕ. Αναντίρρητα η τροφή παίζει βασικό ρόλο στο ΣΕΕ για πολλούς ανθρώπους. Όμως, μέχρι τώρα ήταν απίστευτα δύσκολο να εντοπιστούν οι τροφές που προκαλούσαν το πρόβλημα και καταλήγαμε σε ένα επιλεκτικό διαιτολόγιο, επίπονο και χρονοβόρο. Το άρθρο αναφέρεται στα αποτελέσματα μιας διπλά ελεγχόμενης έρευνας που για πρώτη φορά φέρνει ένα τεστ δυσανεξίας τροφών υπό επιστημονική μελέτη. Τα αποτελέσματα ήταν θετικά και το συμπέρασμα ήταν “μια κλινικά σημαντική βελτίωση στους ασθενείς με το ΣΕΕ, οι οποίοι απέκλεισαν από τη διατροφή τους τις τροφές που όρισε το foodSCAN τεστ των εργαστηρίων CNS.”
Για πρώτη φορά όσοι υποφέρουν από τo ΣΕΕ (μια συχνά εμφανιζόμενη ασθένεια του εντέρου) μπορούν να ελέγξουν αποτελεσματικά την αιτία των συμπτωμάτων τους χωρίς να χρειάζεται να καταφύγουν στις συνήθεις φαρμακευτικές αγωγές μα αντικαταθλιπτικά χάπια και φάρμακα, τα οποία τις περισσότερες φορές βλάπτουν τη λειτουργία του εντέρου και επιβαρύνουν το εθνικό σύστημα υγείας. Οι πασίγνωστες ελλείψεις στη σύγχρονη φαρμακευτική θεραπεία κάνουν τους ασθενείς να αναζητούν εναλλακτικές θεραπείες, ειδικά όσες σχετίζονται με τη διατροφή.
Η δυσκολία ανίχνευσης της δυσανεξίας τροφών συχνά οφείλεται στην αβέβαιη αιτιολογία, τη μη συγκεκριμένη συμπτωματολογία και το σχετικά απρόσιτο πάσχον όργανο. Γι’ αυτό οι προηγούμενες μελέτες έχουν στηριχθεί στις παραδοσιακές δίαιτες, οι οποίες είναι εξαιρετικά επίπονες και χρονοβόρες. Ο Βρετανικός Σύλλογος της Γαστρεντερολογίας με τις «οδηγίες του για την αντιμετώπιση του ΣΕΕ» θεωρεί τη διατροφή ως σημαντικό παράγοντα, αλλά δέχεται επίσης ότι οι συνηθισμένες δίαιτες είναι δυσχερείς. Οι προσπάθειες για να εξεταστεί η σχέση μεταξύ της δυσανεξίας τροφών και του ΣΕΕ έχουν εστιάσει κατά ένα μεγάλο μέρος στην “κλασική” αλλεργία τροφών, βασισμένη στις αντιδράσεις των IgE αντισωμάτων που παρεμβάλλονται, αν και φαίνεται ότι αυτοί οι τύποι άμεσων αντιδράσεων είναι πιθανότατα αρκετά σπάνιοι στο ΣΕΕ. Είναι επομένως δυνατό ότι οι δυσμενείς αντιδράσεις σε τροφές που παρουσιάζουν οι ασθενείς να οφείλονται σε κάποια άλλη μορφή ανοσολογικού μηχανισμού, παρά σε τροφική αλλεργία. Σε τέτοιου είδους αντιδράσεις θα μπορούσαν να παρέμβουν τα IgG αντισώματα, τα οποία έχουν μια χαρακτηριστικά πιο καθυστερημένη αντίδραση μετά από έκθεση σε ένα συγκεκριμένο αντιγόνο, αν και αυτός ο μηχανισμός είναι αμφιλεγόμενος και θεωρείται από μερικούς φυσιολογικός. Ο ρόλος της τροφικής ευαισθησίας των μεσολαβούντων IgG αντισωμάτων δεν έχει ερευνηθεί ξανά για το ΣΕΕ και ήταν το αντικείμενο αυτής της έρευνας για να αξιολογηθεί η θεραπευτική δυνατότητα μιας επιλεκτικής δίαιτας, βασισμένης στην παρουσία αντισωμάτων ΙgG στην τροφή ασθενών με ΣΕΕ.
Η έρευνα σχεδιάστηκε να είναι διπλά τυφλή, τυχαία και ελεγχόμενη και οι ασθενείς επιλέχτηκαν τυχαία σε μια ομάδα με “πραγματική” δίαιτα ή σε μια ομάδα με ψεύτικη δίαιτα. Επιλέχτηκαν και προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν ασθενείς με ΣΕΕ (με όλων των ειδών τα γαστρεντερολογικά προβλήματα) του Τμήματος Γαστρεντερολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Νότιου Μάντσεστερ, ηλικίας μεταξύ 18 και 75 ετών, που πληρούσαν τα κριτήρια της Rome ΙΙ. Οι ασθενείς τριτοβάθμιας περίθαλψης αποκλείστηκαν από τη μελέτη. Όλοι οι ασθενείς είχαν φυσιολογικά αποτελέσματα στην αιματολογική, βιοχημική και ενδοσκοπική εξέταση, (όταν τους ζητήθηκε). Η κοιλιακή ασθένεια αποκλείστηκε χρησιμοποιώντας το τεστ του ιστού transglutaminase και χρησιμοποιήθηκε ένα τεστ αναπνοής με υδρογόνο για να αποκλειστεί η δυσανεξία στη λακτόζη. Επιπλέον, δε συμμετείχαν ασθενείς με κάποια σημαντική συνυπάρχουσα ασθένεια ή ιστορικό με γαστρεντερική χειρουργική επέμβαση, αποκλείοντας αφαίρεση σκωληκοειδούς απόφυσης, χολοκυστεκτομή και επέμβαση για την αποκατάσταση της κήλης. Η μελέτη εγκρίθηκε από την τοπική επιτροπή δεοντολογίας και όλοι οι ασθενείς έδωσαν την γραπτή συγκατάθεσή τους.
Κατά την εξέταση, το αίμα λήφθηκε και στάλθηκε στα εργαστήρια CNS μόνο με έναν κωδικό για κάθε ασθενή, όπου πραγματοποιήθηκε ένα τεστ ELISA foodSCAN για να ανιχνεύσει την παρουσία αντισωμάτων IgG, που σχετίζονται με συγκεκριμένες αλλεργιογόνες τροφές. Κατόπιν, τα εργαστήρια της CNS δημιούργησαν για τον κάθε ασθενή μια πραγματική και μια ψεύτικη δίαιτα. Η ψεύτικη δίαιτα απέκλειε τον ίδιο αριθμό τροφών για τις οποίες ο ασθενής εμφάνιζε τα αντισώματα IgG αλλά όχι τις συγκεκριμένες τροφές. Ο στόχος ήταν η ψεύτικη δίαιτα να περιλαμβάνει μια βασική τροφή που θα ήταν δύσκολο να αποκλειστεί, όπως ακριβώς θα συνέβαινε και στην πραγματική δίαιτα. Κατά συνέπεια το γάλα από αγελάδα αντικαταστάθηκε (γενικά) με την πατάτα, το σιτάρι με το ρύζι και η μαγιά με το αυγό, όπου αυτό ήταν δυνατό. Οι ξηροί καρποί που προκάλεσαν αντίδραση αντικαταστάθηκαν με άλλους ξηρούς καρπούς στην ψεύτικη δίαιτα και τα όσπρια με άλλο τύπου οσπρίων, χωρίς αυτό να γίνεται συστηματικά.
Η πραγματική και η ψεύτικη δίαιτα για τον κάθε ασθενή στάλθηκαν στο Πανεπιστήμιο της Υόρκης, πάλι μόνο με τον κωδικό. Στους ασθενείς δόθηκε μια από τις δύο δίαιτες με βάση ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή για τυχαία επιλογή αριθμών. Έτσι, οι ασθενείς θα ελάμβαναν μια διατροφή βασισμένη στα πραγματικά αποτελέσματα της ευαισθησίας τους ή την ψεύτικη διατροφή. Πήραν επίσης έναν οδηγό με συμβουλές για επιλεκτική κατανάλωση τροφών και τα τηλέφωνα ενός συμβούλου, όπου θα μπορούσαν να ζητήσουν δωρεάν επιπλέον πληροφορίες.
Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι παρατηρήθηκε μια κλινικά σημαντική βελτίωση στη συμπτωματολογία του ΣΕΕ στους ασθενείς που απέκλεισαν τις τροφές στις οποίες βρέθηκαν να έχουν δυσανεξία, όπως τις όρισε το τεστ ELISA για ανίχνευση IgG αντισωμάτων σε αυτές τις τροφές. Οι ασθενείς που χρειάστηκαν θεραπεία ήταν 9 για τη συνολική ομάδα και 2,5 για τους ασθενείς που τήρησαν πιστά τη δίαιτα. Οι αριθμοί αυτοί είναι και οι δύο αρκετά καλύτεροι από τον αριθμό 17 που επιτυγχάνεται μετά από τρεις μήνες θεραπείας με το tegaserod, ένα φάρμακο που ήδη χορηγείται με άδεια στις Η.Π.Α. για το ΣΕΕ.
Το ΣΕΕ είναι μια εξαιρετικά συνηθισμένη ασθένεια που ταλαιπωρεί αρκετά και υποβαθμίζει σημαντικά την ποιότητα ζωής. Πολλοί ασθενείς με ΣΕΕ θα προτιμούσαν μια διαιτητική λύση στο πρόβλημά τους παρά τη λήψη φαρμάκων, αλλά θεωρούν ότι οι παραδοσιακές διατροφές που αποκλείουν διάφορα τροφικά στοιχεία είναι δύσκολες να τηρηθούν πιστά, όπως δείχνουν και τα χαμηλά ποσοστά εφαρμογής. Οι πληροφορίες και τα αποτελέσματα είναι άμεσα χρήσιμες. Χρησιμοποιώντας μια συνηθισμένη δίαιτα, οι ασθενείς του ΣΕΕ πρέπει να περάσουν εβδομάδες δοκιμάζοντας τροφές και προσπαθώντας να προσδιορίσουν αυτές που τους προκαλούν δυσανεξία, πριν ακόμη αρχίσουν να αποκλείουν τις συγκεκριμένες τροφές για να δουν εάν όντως υπάρχει ιατρικό όφελος. Σύμφωνα με την έρευνα όσοι εφάρμοσαν αυστηρά τις διατροφικές συμβουλές είχαν μεγαλύτερο όφελος – ένα συμπέρασμα στο οποίο πολλοί ασθενείς καταλήγουν από μόνοι τους. Η επανεισαγωγή τροφών στη δίαιτα μπορεί σε μερικούς ανθρώπους να φέρει μια πολύ απροσδόκητη επανεμφάνιση συμπτωμάτων, που τους παρακινεί να επιστρέψουν στην προτεινόμενη διατροφή και να παραμείνουν πιστοί σ’ αυτή.
Για πρώτη φορά όσοι υποφέρουν από το ΣΕΕ μπορούν να ελέγξουν αποτελεσματικά την αιτία των συμπτωμάτων τους. Στη συνέχεια ενημερώνονται για το πώς μπορούν να ελέγξουν τα συμπτώματά τους χωρίς να καταφεύγουν σε κάποια φαρμακευτική αγωγή. Επίσης, οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να παρέμβουν αποτελεσματικά για τη θεραπεία του ΣΕΕ. Μέχρι σήμερα, οι γιατροί δεν διέθεταν έναν κλινικά αποδεδειγμένο τρόπο για να διαπιστωθούν οι αιτίες των συμπτωμάτων του ΣΕΕ, που σημαίνει ότι η θεραπεία συχνά περιελάμβανε φαρμακευτική αγωγή, προφανώς ανεπαρκή. Τώρα οι γιατροί μπορούν να επισημάνουν με ακρίβεια, αρχικά εάν η τροφή αποτελεί παράγοντα εκδήλωσης του ΣΕΕ, και το πιο σημαντικό, ποιες ακριβώς είναι αυτές οι τροφές που προκαλούν το πρόβλημα. Όπως δείχνει αυτή η έρευνα, η μη κατανάλωση αυτών των τροφών ωφελεί όσους υποφέρουν από μια ασθένεια που μέχρι σήμερα ήταν μεγάλη αιτία απογοήτευσης και σύγχυσης τόσο για τους πάσχοντες όσο και για τους ειδικούς.
Διαβάστε ολόκληρη την έρευνα εδώ: https://gut.bmj.com/content/53/10/1459.short
1_
Έλεγχος και μείωση των φλεγμονών
2_
Ρύθμιση της λειτουργίας του γαστρεντερικού συστήματος
3_
Επιστημονική αποτοξίνωση – Αλκαλοποίηση (pH) – Αντιοξείδωση
4_
Κυτταρική θρέψη
5_
Βιοχημικός έλεγχος του άγχους